Το Δ’ τμήμα του Σ.τ.Ε., με επταμελή σύνθεση, έκρινε αντισυνταγματική τη ρύθμιση του ν.3838/2010, κατ’ εφαρμογή της οποίας αλλοδαποί που διαμένουν στη χώρα μας άσκησαν εκλογικό δικαίωμα στις αυτοδιοικητικές εκλογές του περασμένου Νοεμβρίου. Οριστική απόφαση για το ζήτημα αυτό θα λάβει η Ολομέλεια του Σ.τ.Ε., στην οποία παραπέμφθηκε η υπόθεση λόγω της σπουδαιότητάς της.
Η απόφαση του Δ’ τμήματος του Σ.τ.Ε. δέχεται, μεταξύ άλλων, ότι ο συνταγματικός νομοθέτης «εμερίμνησε να διαφυλάξει την εθνική ομοιογένεια του κράτους, μεταξύ των άλλων και δια της θεσπίσεως δικαίου ιθαγενείας, του οποίου οι ρυθμίσεις εβασίζοντο, κατ’ αρχήν, στο σταθερό κριτήριο του δικαίου του αίματος», δηλαδή την καταγωγή από Έλληνες γονείς.
Με ορθές τις παραδοχές, που αφορούν στο Σύνταγμα, ότι η αναγνώριση του εκλογικού δικαιώματος στις αυτοδιοικητικές εκλογές σε πολίτες άλλων κρατών-μελών της Ε.Ε. που κατοικούν στην Ελλάδα δεν προσκρούει στην καθολικότητα της ψηφοφορίας και ότι στην ψηφοφορία λαμβάνουν μέρος πολίτες που έχουν εκλογικό δικαίωμα, όπως ο νόμος ορίζει και δεν απαιτείται να είναι πάντα ή αποκλειστικά εξ αίματος Έλληνες, τίθεται το ερώτημα:
Πόσο πολιτικά και κοινωνικά είναι συμφέρον να μην έχουν το δικαίωμα του εκλέγειν στις τοπικές κοινωνίες, πολίτες που μετέχουν σ’ αυτές και κοινωνούν την πραγματικότητά τους;
Πόσο κοινωνικά είναι συμφέρων ο αποκλεισμός της πολιτικής συμμετοχής αυτών των πολιτών, όταν ζητούμενο είναι η ουσιαστική συσσωμάτωσή τους στην ελληνική πραγματικότητα, η οποία δεν μπορεί, πλέον, να ορίζεται με το δόγμα των «κλειστών συνόρων» και με τη χώρα να μετέχει στο ολοκλήρωμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης;
Η απόφαση του Δ’ τμήματος του Σ.τ.Ε. εξ αντικειμένου εντάσσεται σε μια «αμυντική πολιτική» έναντι της μεγάλης παρουσίας ξένων πολιτών στη χώρα μας και τροφοδοτείται από την απουσία ουσιαστικής μεταναστευτικής πολιτικής.
Εξ’ αντικειμένου, επίσης, αντιστοιχείται με αντιλήψεις που εισηγούνται και διεκδικούν τον λαό ως άθροισμα των πολιτών με «κοινή καταγωγή αίματος» και όχι ως έκφραση της δυναμικής των πολιτών που γεννιέται και προκύπτει ως κοινή συνείδηση με όρους κοινωνίας.
Το όλο ζήτημα, στις πολλαπλές του διαστάσεις, εντάσσεται πλέον στην πολιτική αντιπαράθεση, η οποία στις περισσότερες περιπτώσεις γίνεται για να υπηρετήσει ψευδεπίγραφα κομματικές σκοπιμότητες.
Η έκβαση της αντιπαράθεσης θα εξαρτηθεί σημαντικά από την αντίδραση της ίδιας της κοινωνίας, που την πιέζουν φοβίες και προβλήματα που δημιουργεί η απουσία ουσιαστικής και ολοκληρωμένης πολιτικής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου